Ο αδερφός μου κι εγώ μέναμε χρόοονια σε κείνο το σπίτι. Θυμάμαι τον εαυτό μου να χοροπηδάει στα μεγάλα ψηλοτάβανα δωμάτια όταν ήμουν παιδί, να σιγοσφυρίζω τραγουδάκια της μόδας νεαρός. Ύστερα... Ύστερα συνέχισα πάλι να τριγυρίζω στα ίδια δωμάτια. Τον τελευταίο καιρό εγώ κι ο αδερφός μου ήμαστε οι μοναδικοί ένοικοι. Α, και μια οικογένεια αγενέστατων ποντικών που εξαιτίας μας –μας το είπαν μάλιστα κατάμουτρα– έφυγαν ένα πρωί.
Όμως συγχωρήστε με, ξέχασα να σας συστηθώ. Αιμίλιος εγώ, Τιμόθεος ο αδερφός μου. Και μη σας φαίνεται παράξενο που έχουμε τέτοια ονόματα, στην εποχή μας ήτανε πολύ συνηθισμένα.